Ο τριχωτός που μάλλον ήταν ο αρχηγός ήρθε απο πίσω και του τον κάρφωσε δυνατά. Ο πόνος συνοδεύτηκε με γκάβλα.
Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009
Εφιαλτικό επαγγελματικό ταξίδι
06 Η ολοκλήρωση
Πίσω του ο άλλος, ο τριχωτός σάλιωνε την κωλοτρυπίδα. Το άσπρο σλιπ είχε γίνει πλέον κουρέλια γύρω από τους γλουτούς του. Παραμέρισε στο σχοινί που περνούσε από τα κωλομέρια. Ο νεαρός πωλητής ένιωσε τον πούτσο του αγρότη να μπαίνει μέσα του. Ήθελε να φωνάξει αλλά μάταια. Δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Οι δύο άνδρες είχαν χώσει τους πούτσους τους στο στόμα τους και τον μπούκωναν. Τα σάλια του έτρεχαν στο πάτωμα μαζί με χύσια. Ένιωθε τον πούτσο να μπαινοβγαίνει δυνατά στον κώλο του.
Τώρα παλλόταν στους ρυθμούς τους. Παλλόταν για ώρα. Στιγμές ατέλειωτες, μέχρι να χύσουν.
Πρώτος έχυσε εκείνος με το όμορφο κορμί. Ένιωσε τα χύσια του στο πρόσωπο, ζεστά καυτά. Μετά του έβαλε τον πούτσο στο στόμα να τους τον γλύψει. Υπάκουσε χωρίς άλλη κουβέντα και έγλυψε τα χύσια τους, ενώ ο τριχωτός συνέχισε να καρφώνει την κωλοτρυπίδα και να ουρλιάζει σαν βάρβαρος που υπέταξε το θύμα του ο άλλος έχυσε στο στήθος του.
Κατάλαβε ότι ο τριχωτός έβγαλε το πούτσο του από τον κώλο. Ένιωσε το χέρι του στο σβέρκο. Η λαβή ήταν δυνατή. Τα χύσια ζεστά έπεσαν στη πλάτη του, πάνω στο τατοού που έχει ζωγραφισμένο.
Και οι τρεις στάθηκαν μπροστά του παίζοντας τις πούτσες του. Ο ένας του έλυσε το ένα χέρι.
- Παίξτον, τον πρόσταξαν
Εκείνος άρχισε να τον παίζει δυνατά. Το κορμί του κολλούσε από τα χύσια αλλά ο πούτσος του ήταν σηκωμένος και έτοιμος.
Ο τριχωτός ήρθε από πάνω του και συνέχιζε να την παίζει. Χωρίς ωστόσο να τον ακουμπήσει. Την έπαιζε δυνατά. Το ίδιο έκανε και ο νεαρός.
Όταν το σπέρμα του εκτονωνόταν στο βρόμικο δάπεδο ένιωσε τα χύσια του τριχωτού στο στήθος του. Στράγγιξε και την τελευταία σταγόνα του πούτσου του και έπεσε μπροστά στα τέσσερα.
- Λύστον να φύγει, πρόσταξε ο τριχωτός
Μάζεψε τα ξεσκισμένα ρούχα του, ότι απέμεινε δηλαδή και κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητο του. Εκείνοι πίσω του ανέβασαν τα παντελόνια τους και κάθισαν ανάβοντας τσιγάρο.
Σκούπισε τα χύσια από πάνω του. Η οργή ξεχείλιζε μέσα του. Άρχισε να ντύνεται, τότε που ήρθε μια ιδέα!
Έψαξε κάτω από τη θέση και πήρε ένα πιστόλι. Ευτυχώς που δεν το είχαν βρει, συλλογίστηκε. Το μυαλό του γέμισε εκδίκηση. Τους άκουγε που γελούσαν αδιάφοροι, ικανοποιημένοι. Φούντωσε ακόμα περισσότερο. Ντύθηκε γρήγορα, αλλά βιαζόταν. Φόρεσε μόνο κάλτσες αθλητικά και ένα μαύρο σλιπ και κινήθηκε αποφασιστικά προς τα χαμόγελα των μέχρι πρότινος απαγωγέων και βιαστών του κρατώντας σφιχτά το πιστόλι στο χέρι του.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Πίσω του ο άλλος, ο τριχωτός σάλιωνε την κωλοτρυπίδα. Το άσπρο σλιπ είχε γίνει πλέον κουρέλια γύρω από τους γλουτούς του. Παραμέρισε στο σχοινί που περνούσε από τα κωλομέρια. Ο νεαρός πωλητής ένιωσε τον πούτσο του αγρότη να μπαίνει μέσα του. Ήθελε να φωνάξει αλλά μάταια. Δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Οι δύο άνδρες είχαν χώσει τους πούτσους τους στο στόμα τους και τον μπούκωναν. Τα σάλια του έτρεχαν στο πάτωμα μαζί με χύσια. Ένιωθε τον πούτσο να μπαινοβγαίνει δυνατά στον κώλο του.
Τώρα παλλόταν στους ρυθμούς τους. Παλλόταν για ώρα. Στιγμές ατέλειωτες, μέχρι να χύσουν.
Πρώτος έχυσε εκείνος με το όμορφο κορμί. Ένιωσε τα χύσια του στο πρόσωπο, ζεστά καυτά. Μετά του έβαλε τον πούτσο στο στόμα να τους τον γλύψει. Υπάκουσε χωρίς άλλη κουβέντα και έγλυψε τα χύσια τους, ενώ ο τριχωτός συνέχισε να καρφώνει την κωλοτρυπίδα και να ουρλιάζει σαν βάρβαρος που υπέταξε το θύμα του ο άλλος έχυσε στο στήθος του.
Κατάλαβε ότι ο τριχωτός έβγαλε το πούτσο του από τον κώλο. Ένιωσε το χέρι του στο σβέρκο. Η λαβή ήταν δυνατή. Τα χύσια ζεστά έπεσαν στη πλάτη του, πάνω στο τατοού που έχει ζωγραφισμένο.
Και οι τρεις στάθηκαν μπροστά του παίζοντας τις πούτσες του. Ο ένας του έλυσε το ένα χέρι.
- Παίξτον, τον πρόσταξαν
Εκείνος άρχισε να τον παίζει δυνατά. Το κορμί του κολλούσε από τα χύσια αλλά ο πούτσος του ήταν σηκωμένος και έτοιμος.
Ο τριχωτός ήρθε από πάνω του και συνέχιζε να την παίζει. Χωρίς ωστόσο να τον ακουμπήσει. Την έπαιζε δυνατά. Το ίδιο έκανε και ο νεαρός.
Όταν το σπέρμα του εκτονωνόταν στο βρόμικο δάπεδο ένιωσε τα χύσια του τριχωτού στο στήθος του. Στράγγιξε και την τελευταία σταγόνα του πούτσου του και έπεσε μπροστά στα τέσσερα.
- Λύστον να φύγει, πρόσταξε ο τριχωτός
Μάζεψε τα ξεσκισμένα ρούχα του, ότι απέμεινε δηλαδή και κατευθύνθηκε προς το αυτοκίνητο του. Εκείνοι πίσω του ανέβασαν τα παντελόνια τους και κάθισαν ανάβοντας τσιγάρο.
Σκούπισε τα χύσια από πάνω του. Η οργή ξεχείλιζε μέσα του. Άρχισε να ντύνεται, τότε που ήρθε μια ιδέα!
Έψαξε κάτω από τη θέση και πήρε ένα πιστόλι. Ευτυχώς που δεν το είχαν βρει, συλλογίστηκε. Το μυαλό του γέμισε εκδίκηση. Τους άκουγε που γελούσαν αδιάφοροι, ικανοποιημένοι. Φούντωσε ακόμα περισσότερο. Ντύθηκε γρήγορα, αλλά βιαζόταν. Φόρεσε μόνο κάλτσες αθλητικά και ένα μαύρο σλιπ και κινήθηκε αποφασιστικά προς τα χαμόγελα των μέχρι πρότινος απαγωγέων και βιαστών του κρατώντας σφιχτά το πιστόλι στο χέρι του.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Εφιαλτικό επαγγελματικό ταξίδι
05 Η υποταγή
- Να τον παίξουμε; Ρώτησε ο ξανθός. Ο αρχηγός απάντησε με ένα νεύμα καταφατικά και εκείνοι δεν έχασαν στιγμή και άρχισαν.
Του είχαν δέσει τα χέρια στη πλάτη με χειροπέδες. Ένα χοντρό σχοινί περνούσε από τα χέρια στο λαιμό και στον ώμο του. Το είχαν εκεί στον τοίχο και του έγλυφαν όλο το κορμί του. Δάγκωναν τις ρόγες του! Εκείνος αντιδρούσε από ηδονή. Αν και δεν ήθελε, η ηδονή τον κυρίευε. Έβλεπε τα γυμνασμένα τους κορμιά να σκύβουν στο κορμί του γεμάτα γκάβλα και ικανοποίηση. Ιδρωμένα κορμιά νεαρών αγροτών. Η ανάσα τους μύριζε αλκοόλ αναμεμειγμένο με ιδρώτα.
Ο ένας με το τέλειο κορμί, του έλυσε το σχοινί και τις χειροπέδες. Δεν αντιστάθηκε. Τον άφησε πειθήνια να τον δέσει ξανά με τα χέρια μπροστά και τα κρεμάσει στο σίδερο!
- Υπάκουο σκυλί σχολίασε ο νεαρός βλέποντας με ηδονή το νεαρό πωλητή από την πρωτεύουσα να υπακούει χωρίς αντίσταση στις εντολές του. Οι άλλοι συνέχισαν να γλύφουν και να δαγκώνουν το κορμί του νεαρού ταξιδιώτη.
- Καιρός να παίξουμε, διέταξε εκείνος με τις τρίχες στο στήθος, ο αρχηγός. Κατέβασε τον.
Ο άλλος υπάκουσε, πέρασε το σχοινί θηλιά στο λαιμό του και ανάμεσα από τις χειροπέδες.
- Πού πάτε διαμαρτυρήθηκε ο νεαρός.
Μια γερή στο στομάχι τον έκανε να ξανασκεφτεί να μιλήσει.
Προς στιγμή χαλάρωσε και περίμενε πειθήνια.
- Τώρα θα περάσουμε καλά μαζί σου, του είπε εκείνος με τις τρίχες στο στήθος.
Τότε άρχισαν να τον τραβάνε ξανά με το σχοινί σαν σκλάβο. Ο νεαρός άρχισε να αντιδρά.
- Πού με πάτε φτάνει πια, φώναξε.
- Φώναξε όσο θες κανένας δεν σε ακούει, φώναξε δυνατά ο ξανθός. Εδώ είναι ερημιά μαλάκα, εδώ είμαστε μόνο εμείς.
- Το σκλαβάκι μιλάει, σχολίασε εκείνος με το πιο τέλειο κορμί.
- Τώρα θα το πληρώσει, απάντησε ο τρίτος της παρέας που δεν μιλούσε μέχρι στιγμής.
Με μια γρήγορη κίνηση κατάφερε στο νεαρό δύο κλωτσιές στη πλάτη. Εκείνος πόνεσε, πήγε να γονατίσει αλλά έμεινε όρθιος.
- Όχι ρε τσογλάνια δεν θα περάσετε καλά μαζί μου, φώναξε θυμωμένος και τράβηξε με δύναμη το σχοινί. Μάταια όμως.
Ο τριχωτός του άρπαξε τα χέρια και τα έδεσε πίσω από τους ώμους. Πλησίασε το στόμα του στο αυτί του νεαρού. Ένα δυνατό δάγκωμα και ένα παθιάρικο γλείψιμο. Ο νεαρός πωλητής ένιωσε ξανά τον πούτσο του να φουσκώνει το άσπρο σλιπ. Μια ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί του.
- Τώρα θα δεις πως διασκεδάζουμε, του είπε. Ένα ακόμα ρίγος διαπέρασε το κορμί του νεαρού όσο ο ένιωθε το στήθος του τριχωτού άνδρα στη πλάτη του και τη γλώσσα του να γλύφει το σβέρκο του. Μια δυνατή δαγκωνιά στο λαιμό και οι ρόγες του σκλήρυναν. Ανατρίχιασε ξανά.
Εκείνος με το ωραίο κορμί τον πλησίασε με το σουγιά και άρχισε να κόβει σιγά σιγά το σλιπ στο ύψος του πούτσου. Ο νεαρός ρίγησε ακόμα μια φορά. Ένιωθε τη κρύα λάμα του μαχαιριού στον πούτσο του.
Συνέχισε μέχρι που τον αποκάλυψε. Τον χάιδεψε λίγο μαζί με τα αρχίδια. Έπειτα τα ζούληξε με δύναμη κάνοντας το νεαρό να σφαδάξει από τον πόνο. Έπειτα πήρε ένα σχοινί και το έδεσε κάτω από τα αρχίδια. Ο πόνος συνέχισε. Έσφιξε τη θηλιά.
Άρχισε να τραβάει το σχοινί τόσο ώστε ο νεαρός καταλάβαινε ότι άρχισε να γκαβλώνει.
Το μαρτύριο αυτό συνεχίστηκε για λίγη ώρα. Οι άλλοι απολάμβαναν το θέαμα.
Τότε πήρε το σχοινί και το πέρασε από το λαιμό του. Κάθε κίνηση που έκανε ο νεαρός τραβούσε τον πούτσο του. Κάθε κίνηση τον γκάβλωνε.
Ένιωθε το σχοινί να περνάει ανάμεσα από τα κωλομέρια του. Ένιωθε μια περίεργη και όμορφη γκάβλα.
Ο ένας από αυτούς πήγε πίσω του και έπιασε τα κωλομέρια.
- Ωραίος σφιχτός κώλος. Πέρασε το άλλο χέρι στο στήθος του, κόλησε το κορμί του στη πλάτη με δύναμη. Ένιωθε το χέρι του να χουφτώνει με δύναμη το κωλομέρι, το στήθος και το στόμα του να γλύφει και να δαγκώνει παθιάρικα το λαιμό του. Μετά τον υποχρέωσε να γονατίσει. Εκείνος υπάκουσε χωρίς αντίσταση.
Μετά άρχισε να ξεσκίζει το ύφασμα του σλιπ χωρίς όμως να το βγάζει. Αποκάλυψε τα κωλομέρια. Ο νεαρός ένιωσε το δάχτυλο του να χαιδέυει την κωλοτρυπίδα. Το ένιωσε να μπαίνει και πιο μέσα. Μια ακόμα παράξενη γκάβλα τον κυρίευσε μαζί όμως με θυμό. Ο άντρας του έδωσε μια γερή σπρωξια και τον υποχρέωσε να γονατίσει. Ο πούτσος του είχε γίνει κάγκελο.
Οι δύο από αυτούς ήρθαν από μπροστά του. Ο ένας του έπιασε το στόμα και το άνοιξε. Είχαν κατεβασμένα τα παντελόνια και τα βρακιά τους, οι πούτσες τους ήταν σηκωμένοι και έτοιμοι. Του κράτησαν το στόμα γερά ανοικτό. Άρχισε να τους γλύφει έναν έναν.
- Να τον παίξουμε; Ρώτησε ο ξανθός. Ο αρχηγός απάντησε με ένα νεύμα καταφατικά και εκείνοι δεν έχασαν στιγμή και άρχισαν.
Του είχαν δέσει τα χέρια στη πλάτη με χειροπέδες. Ένα χοντρό σχοινί περνούσε από τα χέρια στο λαιμό και στον ώμο του. Το είχαν εκεί στον τοίχο και του έγλυφαν όλο το κορμί του. Δάγκωναν τις ρόγες του! Εκείνος αντιδρούσε από ηδονή. Αν και δεν ήθελε, η ηδονή τον κυρίευε. Έβλεπε τα γυμνασμένα τους κορμιά να σκύβουν στο κορμί του γεμάτα γκάβλα και ικανοποίηση. Ιδρωμένα κορμιά νεαρών αγροτών. Η ανάσα τους μύριζε αλκοόλ αναμεμειγμένο με ιδρώτα.
Ο ένας με το τέλειο κορμί, του έλυσε το σχοινί και τις χειροπέδες. Δεν αντιστάθηκε. Τον άφησε πειθήνια να τον δέσει ξανά με τα χέρια μπροστά και τα κρεμάσει στο σίδερο!
- Υπάκουο σκυλί σχολίασε ο νεαρός βλέποντας με ηδονή το νεαρό πωλητή από την πρωτεύουσα να υπακούει χωρίς αντίσταση στις εντολές του. Οι άλλοι συνέχισαν να γλύφουν και να δαγκώνουν το κορμί του νεαρού ταξιδιώτη.
- Καιρός να παίξουμε, διέταξε εκείνος με τις τρίχες στο στήθος, ο αρχηγός. Κατέβασε τον.
Ο άλλος υπάκουσε, πέρασε το σχοινί θηλιά στο λαιμό του και ανάμεσα από τις χειροπέδες.
- Πού πάτε διαμαρτυρήθηκε ο νεαρός.
Μια γερή στο στομάχι τον έκανε να ξανασκεφτεί να μιλήσει.
Προς στιγμή χαλάρωσε και περίμενε πειθήνια.
- Τώρα θα περάσουμε καλά μαζί σου, του είπε εκείνος με τις τρίχες στο στήθος.
Τότε άρχισαν να τον τραβάνε ξανά με το σχοινί σαν σκλάβο. Ο νεαρός άρχισε να αντιδρά.
- Πού με πάτε φτάνει πια, φώναξε.
- Φώναξε όσο θες κανένας δεν σε ακούει, φώναξε δυνατά ο ξανθός. Εδώ είναι ερημιά μαλάκα, εδώ είμαστε μόνο εμείς.
- Το σκλαβάκι μιλάει, σχολίασε εκείνος με το πιο τέλειο κορμί.
- Τώρα θα το πληρώσει, απάντησε ο τρίτος της παρέας που δεν μιλούσε μέχρι στιγμής.
Με μια γρήγορη κίνηση κατάφερε στο νεαρό δύο κλωτσιές στη πλάτη. Εκείνος πόνεσε, πήγε να γονατίσει αλλά έμεινε όρθιος.
- Όχι ρε τσογλάνια δεν θα περάσετε καλά μαζί μου, φώναξε θυμωμένος και τράβηξε με δύναμη το σχοινί. Μάταια όμως.
Ο τριχωτός του άρπαξε τα χέρια και τα έδεσε πίσω από τους ώμους. Πλησίασε το στόμα του στο αυτί του νεαρού. Ένα δυνατό δάγκωμα και ένα παθιάρικο γλείψιμο. Ο νεαρός πωλητής ένιωσε ξανά τον πούτσο του να φουσκώνει το άσπρο σλιπ. Μια ανατριχίλα διαπέρασε το κορμί του.
- Τώρα θα δεις πως διασκεδάζουμε, του είπε. Ένα ακόμα ρίγος διαπέρασε το κορμί του νεαρού όσο ο ένιωθε το στήθος του τριχωτού άνδρα στη πλάτη του και τη γλώσσα του να γλύφει το σβέρκο του. Μια δυνατή δαγκωνιά στο λαιμό και οι ρόγες του σκλήρυναν. Ανατρίχιασε ξανά.
Εκείνος με το ωραίο κορμί τον πλησίασε με το σουγιά και άρχισε να κόβει σιγά σιγά το σλιπ στο ύψος του πούτσου. Ο νεαρός ρίγησε ακόμα μια φορά. Ένιωθε τη κρύα λάμα του μαχαιριού στον πούτσο του.
Συνέχισε μέχρι που τον αποκάλυψε. Τον χάιδεψε λίγο μαζί με τα αρχίδια. Έπειτα τα ζούληξε με δύναμη κάνοντας το νεαρό να σφαδάξει από τον πόνο. Έπειτα πήρε ένα σχοινί και το έδεσε κάτω από τα αρχίδια. Ο πόνος συνέχισε. Έσφιξε τη θηλιά.
Άρχισε να τραβάει το σχοινί τόσο ώστε ο νεαρός καταλάβαινε ότι άρχισε να γκαβλώνει.
Το μαρτύριο αυτό συνεχίστηκε για λίγη ώρα. Οι άλλοι απολάμβαναν το θέαμα.
Τότε πήρε το σχοινί και το πέρασε από το λαιμό του. Κάθε κίνηση που έκανε ο νεαρός τραβούσε τον πούτσο του. Κάθε κίνηση τον γκάβλωνε.
Ένιωθε το σχοινί να περνάει ανάμεσα από τα κωλομέρια του. Ένιωθε μια περίεργη και όμορφη γκάβλα.
Ο ένας από αυτούς πήγε πίσω του και έπιασε τα κωλομέρια.
- Ωραίος σφιχτός κώλος. Πέρασε το άλλο χέρι στο στήθος του, κόλησε το κορμί του στη πλάτη με δύναμη. Ένιωθε το χέρι του να χουφτώνει με δύναμη το κωλομέρι, το στήθος και το στόμα του να γλύφει και να δαγκώνει παθιάρικα το λαιμό του. Μετά τον υποχρέωσε να γονατίσει. Εκείνος υπάκουσε χωρίς αντίσταση.
Μετά άρχισε να ξεσκίζει το ύφασμα του σλιπ χωρίς όμως να το βγάζει. Αποκάλυψε τα κωλομέρια. Ο νεαρός ένιωσε το δάχτυλο του να χαιδέυει την κωλοτρυπίδα. Το ένιωσε να μπαίνει και πιο μέσα. Μια ακόμα παράξενη γκάβλα τον κυρίευσε μαζί όμως με θυμό. Ο άντρας του έδωσε μια γερή σπρωξια και τον υποχρέωσε να γονατίσει. Ο πούτσος του είχε γίνει κάγκελο.
Οι δύο από αυτούς ήρθαν από μπροστά του. Ο ένας του έπιασε το στόμα και το άνοιξε. Είχαν κατεβασμένα τα παντελόνια και τα βρακιά τους, οι πούτσες τους ήταν σηκωμένοι και έτοιμοι. Του κράτησαν το στόμα γερά ανοικτό. Άρχισε να τους γλύφει έναν έναν.
Εφιαλτικό επαγγελματικό ταξίδι
04 Μάθημα υποταγής
Ήξερε πλέον ότι δεν θα γλιτώσει εύκολα. Το χτύπημα από το ξύλο έπεσε βαρύ στην πλάτη του, ξανά και ξανά μέχρι που σχεδόν κρεμάστηκε από τα δεσμά του, σχεδόν λιπόθυμος.
Κατάφερε να σταθεί στα πόδια του. Ένιωσε τα κρύα χέρια του ενός στα πλευρά του να τον γυρνάνε στον εαυτό του, έτσι για να τους βλέπει.
- Στο τέλος θα γίνεις το τέλειο σκλαβάκι. του είπε. Οι τρεις έμειναν τον κοιτάνε.
- Είναι πράγματι ωραίος, κορμάρα, ο τέλειος σκλάβος για την περίπτωση μας, διαπίστωσαν.
Ήθελε να φωνάξει αλλά ήταν φιμωμένος. Ένα μουγκρητό ακούστηκε κάτω από το φίμωτρο.
- Ωραία είπε ο ένας από αυτούς. Ο νεαρός είδε ξανά τη λάμα του μαχαιριού να λάμπει. Εκείνος τον πλησίασε, ακούμπησε τη λάμα στο κάτω μέρος των κοιλιακών του, κοντά στο σλιπ και την έπαιξε πάνω στο δέρμα. Έκανε ότι θα ξεσκίζει το σλιπ. Τράβηξε με τη λάμα το λάστιχο. Μετά το περιέφερε πάνω από τον πούτσο του, πάνω από το σλιπ. Ο νεαρός σκίρτησε, προτίμησε να μην σκούξει.
Ένιωσε τη λάμα να ανεβαίνει στο κορμί του ανάμεσα από τους κοιλιακούς. Προτίμησε να μη βλέπει, ότι ήταν να γίνει θα γίνει αποφάσισε και υπέμενε το μαρτύριο. Η λάμα έφθασε στη θηλιά του στήθους του. Και μετά ακολούθησε το στήθος μέχρι τη ρόγα. Ο αλήτης την πίεσε στη ρόγα. Τον πόνεσε χωρίς να τον ματώσει.
Εκείνος τραβήχτηκε από τον πόνο.
- Είσαι δικός μας το κατάλαβες; Τον ρώτησε. Ο νεαρός έκανε νεύμα ότι κατάλαβε. Ο άλλος υποχώρησε.
Του άρπαξε το λαιμό, και του έδωσε ένα φιλί στο στόμα.
Οι άλλοι δύο πλησίασαν και άρχισαν να χαιδεύουν όλο το κορμί του, από τα μπράτσα μέχρι τον πούτσο και τα πόδια. Αρχισαν να τον χτυπούνε σαν σάκο του μποξ. Σφάδαζε από τους πόνους οι γροθιές έπεφταν παντού στο κορμί του.
Για ατέλειωτα λεπτά οι απαγωγείς του συνέχισαν αν τον χτυπούνε. Ξαφνικά σταμάτησαν. Του έβγαλαν το φίμωτρο.
- Στάσου με τα πόδια ανοιχτά τον διέταξαν. Εκείνος υπάκουσε. Άρχισαν να ξεντύνονται και οι άλλοι δύο. Γδύθηκαν από τη μέση και πάνω. Κορμάρες σκέφτηκε ο νεαρός. Πράγματι, όλοι ήταν γυμνασμένοι, ο ένας είχε και έναν δράκο τατού στο στήθος. Το πλησίασαν από πίσω. Κόλλησαν τα γυμνά στήθη τους στην πλάτη του. ένιωθε στις ανάσες τους. Τα χέρια τους να χουφτώνουν τα κωλομέρια του πάνω από το άσπρο σλιπ. Να του βάζουν κωλοδάχτυλο πάνω το σλιπ.
Ο ένας με το πιο ωραίο κορμί, άτριχος, ήρθε μπροστά του και κατέβασε τα χέρια από το σίδερο, ωστόσο συνέχισε να είναι δεμένος. Άρχισε να τον τραβάει. Εκείνος αντιστάθηκε. Και άρχισαν πάλι να τον χτυπούνε. Τον έκανε μερικές βόλτες στο χώρο σαν ζώο που το περιφέρουν, βγάζοντας άναρθρες κραυγές ικανοποίησης, σαν ινδιάνος που περιέφερε το θύμα του. Μετά τον έβαλε να σταθεί με τα πόδια ανοικτά. Εκείνος υπάκουσε.
Του έδεσαν τα χέρια ξανά στη πλάτη, αυτή τη φορά πιο σφιχτά. Το σχοινί το πέρασαν από το λαιμό και τα μπράτσα, ένιωθε να του κόβεται η αναπνοή. Κατάλαβε ότι όλα τελείωσαν! Έπρεπε να υπακούσει!
Πάλι χάδια με ξύλο σε όλο το κορμί του και φιλιά στο στόμα, δαγκωματιές στο σβέρκο, στο στήθος, στον πούτσο πάνω από το σλιπ. παντού.
- Δεν μου αρέσει έτσι!!! Θέλει κιάλο για να στρώσει, είπε εκείνος ο θηριώδης με το τριχωτό στήθος. Οι άλλοι υπάκουσαν, τον έλυσαν και τον κρέμασαν ξανά από το σίδερο. Και πάλι ξύλο!!! Πολύ ξύλο!!!
Ο ένας κάποια στιγμή έσκυψε. Του κατέβασε το σλιπ και άρχισε να γλύφει τον πούτσο του. Μόλις του σηκώθηκε του νεαρού, ανέβασε το σλιπ και τον παράτησε! Ο πούτσος μεγάλος φούσκωνε κάτω από το σφιχτό άσπρο σλιπ.
Ήξερε πλέον ότι δεν θα γλιτώσει εύκολα. Το χτύπημα από το ξύλο έπεσε βαρύ στην πλάτη του, ξανά και ξανά μέχρι που σχεδόν κρεμάστηκε από τα δεσμά του, σχεδόν λιπόθυμος.
Κατάφερε να σταθεί στα πόδια του. Ένιωσε τα κρύα χέρια του ενός στα πλευρά του να τον γυρνάνε στον εαυτό του, έτσι για να τους βλέπει.
- Στο τέλος θα γίνεις το τέλειο σκλαβάκι. του είπε. Οι τρεις έμειναν τον κοιτάνε.
- Είναι πράγματι ωραίος, κορμάρα, ο τέλειος σκλάβος για την περίπτωση μας, διαπίστωσαν.
Ήθελε να φωνάξει αλλά ήταν φιμωμένος. Ένα μουγκρητό ακούστηκε κάτω από το φίμωτρο.
- Ωραία είπε ο ένας από αυτούς. Ο νεαρός είδε ξανά τη λάμα του μαχαιριού να λάμπει. Εκείνος τον πλησίασε, ακούμπησε τη λάμα στο κάτω μέρος των κοιλιακών του, κοντά στο σλιπ και την έπαιξε πάνω στο δέρμα. Έκανε ότι θα ξεσκίζει το σλιπ. Τράβηξε με τη λάμα το λάστιχο. Μετά το περιέφερε πάνω από τον πούτσο του, πάνω από το σλιπ. Ο νεαρός σκίρτησε, προτίμησε να μην σκούξει.
Ένιωσε τη λάμα να ανεβαίνει στο κορμί του ανάμεσα από τους κοιλιακούς. Προτίμησε να μη βλέπει, ότι ήταν να γίνει θα γίνει αποφάσισε και υπέμενε το μαρτύριο. Η λάμα έφθασε στη θηλιά του στήθους του. Και μετά ακολούθησε το στήθος μέχρι τη ρόγα. Ο αλήτης την πίεσε στη ρόγα. Τον πόνεσε χωρίς να τον ματώσει.
Εκείνος τραβήχτηκε από τον πόνο.
- Είσαι δικός μας το κατάλαβες; Τον ρώτησε. Ο νεαρός έκανε νεύμα ότι κατάλαβε. Ο άλλος υποχώρησε.
Του άρπαξε το λαιμό, και του έδωσε ένα φιλί στο στόμα.
Οι άλλοι δύο πλησίασαν και άρχισαν να χαιδεύουν όλο το κορμί του, από τα μπράτσα μέχρι τον πούτσο και τα πόδια. Αρχισαν να τον χτυπούνε σαν σάκο του μποξ. Σφάδαζε από τους πόνους οι γροθιές έπεφταν παντού στο κορμί του.
Για ατέλειωτα λεπτά οι απαγωγείς του συνέχισαν αν τον χτυπούνε. Ξαφνικά σταμάτησαν. Του έβγαλαν το φίμωτρο.
- Στάσου με τα πόδια ανοιχτά τον διέταξαν. Εκείνος υπάκουσε. Άρχισαν να ξεντύνονται και οι άλλοι δύο. Γδύθηκαν από τη μέση και πάνω. Κορμάρες σκέφτηκε ο νεαρός. Πράγματι, όλοι ήταν γυμνασμένοι, ο ένας είχε και έναν δράκο τατού στο στήθος. Το πλησίασαν από πίσω. Κόλλησαν τα γυμνά στήθη τους στην πλάτη του. ένιωθε στις ανάσες τους. Τα χέρια τους να χουφτώνουν τα κωλομέρια του πάνω από το άσπρο σλιπ. Να του βάζουν κωλοδάχτυλο πάνω το σλιπ.
Ο ένας με το πιο ωραίο κορμί, άτριχος, ήρθε μπροστά του και κατέβασε τα χέρια από το σίδερο, ωστόσο συνέχισε να είναι δεμένος. Άρχισε να τον τραβάει. Εκείνος αντιστάθηκε. Και άρχισαν πάλι να τον χτυπούνε. Τον έκανε μερικές βόλτες στο χώρο σαν ζώο που το περιφέρουν, βγάζοντας άναρθρες κραυγές ικανοποίησης, σαν ινδιάνος που περιέφερε το θύμα του. Μετά τον έβαλε να σταθεί με τα πόδια ανοικτά. Εκείνος υπάκουσε.
Του έδεσαν τα χέρια ξανά στη πλάτη, αυτή τη φορά πιο σφιχτά. Το σχοινί το πέρασαν από το λαιμό και τα μπράτσα, ένιωθε να του κόβεται η αναπνοή. Κατάλαβε ότι όλα τελείωσαν! Έπρεπε να υπακούσει!
Πάλι χάδια με ξύλο σε όλο το κορμί του και φιλιά στο στόμα, δαγκωματιές στο σβέρκο, στο στήθος, στον πούτσο πάνω από το σλιπ. παντού.
- Δεν μου αρέσει έτσι!!! Θέλει κιάλο για να στρώσει, είπε εκείνος ο θηριώδης με το τριχωτό στήθος. Οι άλλοι υπάκουσαν, τον έλυσαν και τον κρέμασαν ξανά από το σίδερο. Και πάλι ξύλο!!! Πολύ ξύλο!!!
Ο ένας κάποια στιγμή έσκυψε. Του κατέβασε το σλιπ και άρχισε να γλύφει τον πούτσο του. Μόλις του σηκώθηκε του νεαρού, ανέβασε το σλιπ και τον παράτησε! Ο πούτσος μεγάλος φούσκωνε κάτω από το σφιχτό άσπρο σλιπ.
Εφιαλτίκο επαγγελματικό ταξίδι
03 Η αποκάλυψη
- Ξέρεις, από καιρό σε είχαμε μπανίσει, του λέει ο ένας, ο πιο μεγάλος ίσως σε ηλικία. Είχε βγάλει τα ρούχα του και ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω. Τέλεια γυμνασμένος με ένα μεγάλο τατουάζ, ένα φίδι, στο δεξί του στήθος.
- Τι είπες; Ρωτάει ο νεαρός.
- Από καιρό σε είχαμε δει ρε ηλίθιε, που περνάς από εδώ. Σε μπανίσαμε στο μαγαζί του Μάκη με τις μηχανές και θέλαμε να παίξουμε μαζί σου.
- Θα μπορούσατε να το ζητήσετε, είπε σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να γλιτώσει.
Δεν πρόλαβε να μιλήσει και ένιωσε ένα χτύπημα στα γόνατα από τη πίσω πλευρά των ποδιών. Έχασε την ισορροπία του, δύο χέρια στους ώμους τον ανάγκασαν να γονατίσει.
- Και θα δεχόσουνα να σε πηδήξουμε, ρε; Φώναξε ο ξανθός και άρχισε να γελά. Σε έχω για στρέιτ! Γουστάρουμε να γαμάμε στρέιτ αγοράκια, κατάλαβες;
- Σου πειράξαμε το αυτοκίνητο και έμεινες στην ερημιά και νάσαι εδώ τώρα μαζί μας. Μείνε και απόλαυσε το, είπε ο πρώτος με το τατουάζ.
Ο νεαρός κατάλαβε ότι η θέση του ήταν πολύ δύσκολη. Οι τρεις απαγωγείς του ήταν αποφασισμένοι. Σκύβει το κεφάλι στο πάτωμα. Δεν είχε δυνάμεις. μάλλον είχε αλλά ήταν δεμένος, χτυπημένος και ήταν τρεις.
Ο ένας απαγωγέας τον πλησιάζει από πίσω ενώ είναι γονατιστός, του τραβά το κεφάλι πίσω και τον φιλάει στο στόμα
- Θα περάσουμε καλά, αν είσαι καλό παιδί, του είπε, εδώ στην επαρχία δεν έχουμε και πολλές ευκαρίες. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. Ένιωσε να λύνουν τα δεσμά του. Αναθάρρησε, λύθηκε και σηκώθηκε όρθιος.
- Εντάξει παιδιά διασκεδάσατε, είπε σίγουρος ότι αυτό ήταν. Ότι όλα αυτά ήταν ένα κακόγουστο αστείο της επαρχίας.
Εκείνοι ωστόσο δεν συμφώνησαν.
- Μη ρε παιδιά, είπε και σήκωσε τα χέρια του προς αυτούς. Δεν θα πω τίποτα, αφήστε να φύγω, τους παρακαλούσε. Μάταια όμως!
Οι δύο τον άρπαξαν από τα χέρια, ο άλλος ξέσκισε και το υπόλοιπο ρούχο που είχε μείνει στο κορμί του. Οι άλλοι τον κρατούσαν γερά όταν του έβγαζε το παντελόνι.
- Μη ρε μαλάκες τι θέλετε φώναζε αυτός απεγνωσμένα.
Μερικές γρήγορες στο στομάχι τον έκαναν να χαλαρώσει, να παραδοθεί. Το έδεσαν ξανά. Γυμνός με ένα άσπρο σλιπ και τις κάλτσες. Το παντελόνι είχε πέσει στους αστραγάλους. Εκλιπαρούσε να τον αφήσουν.
- Φίμωσε τον, είπε ο ένας, δεν μπορώ να τον ακούω.
Φιμωμένος και δεμένος προσπάθησε να πει κάτι αλλά μάταια. Το παντελόνι κρεμόταν στα πόδια του, ούτε να τρέξει μπορούσε! Ο ένας από τους τρεις παίρνει ένα ξύλο και το καταφέρνει μια στους κοιλιακούς. Πόνεσε αλλά στάθηκε όρθιος. Μέσα του έβραζε, ήθελε να έχει ένα όπλο να τους ακινητοποιήσει και να τους κάνει ότι του έκαναν και χειρότερα.
- Τελικά είσαι ωραίο παιδί, του είπε ο ένας που τον πλησίασε και άρχισε να παίζει με τις ρόγες του και να χαιδεύει το στήθος του ανήμπορου να αντιδράσει νεαρού.
Ο άλλος του έλυσε τα χέρια από την πλάτη. Ο νεαρός δεν αντιστάθηκε. Ένιωθε ότι πλέον ήταν μάταιο. Του είπαν να βγάλει το παντελόνι και του τράβηξαν βίαια το υπόλοιπο από το ξεσκισμένο μπλουζάκι που είχε μείνει πάνω στο κορμί του. Του τα έδεσαν μπροστά και τον έσυραν στον τοίχο και τα κρέμασαν από ένα σίδερο.
- Τώρα δεν μιλάς έτσι; Είπε ειρωνικά ο ξανθός.
Ήταν με το πρόσωπο στο τοίχο! Δεν τους έβλεπε. Ξαφνικά ένιωσε το ξύλο να χτυπά τη μέση του. Κόλλησε στον τοίχο από την ορμή. Ο πόνος ήταν μεγάλος, μετά ακολούθησε άλλη και άλλη και άλλη.
- Ρε τσόγλανε θα γίνεις σκλαβάκι θες δεν θες! Ακούστηκε άγρια η φωνή.
- Ξέρεις, από καιρό σε είχαμε μπανίσει, του λέει ο ένας, ο πιο μεγάλος ίσως σε ηλικία. Είχε βγάλει τα ρούχα του και ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω. Τέλεια γυμνασμένος με ένα μεγάλο τατουάζ, ένα φίδι, στο δεξί του στήθος.
- Τι είπες; Ρωτάει ο νεαρός.
- Από καιρό σε είχαμε δει ρε ηλίθιε, που περνάς από εδώ. Σε μπανίσαμε στο μαγαζί του Μάκη με τις μηχανές και θέλαμε να παίξουμε μαζί σου.
- Θα μπορούσατε να το ζητήσετε, είπε σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να γλιτώσει.
Δεν πρόλαβε να μιλήσει και ένιωσε ένα χτύπημα στα γόνατα από τη πίσω πλευρά των ποδιών. Έχασε την ισορροπία του, δύο χέρια στους ώμους τον ανάγκασαν να γονατίσει.
- Και θα δεχόσουνα να σε πηδήξουμε, ρε; Φώναξε ο ξανθός και άρχισε να γελά. Σε έχω για στρέιτ! Γουστάρουμε να γαμάμε στρέιτ αγοράκια, κατάλαβες;
- Σου πειράξαμε το αυτοκίνητο και έμεινες στην ερημιά και νάσαι εδώ τώρα μαζί μας. Μείνε και απόλαυσε το, είπε ο πρώτος με το τατουάζ.
Ο νεαρός κατάλαβε ότι η θέση του ήταν πολύ δύσκολη. Οι τρεις απαγωγείς του ήταν αποφασισμένοι. Σκύβει το κεφάλι στο πάτωμα. Δεν είχε δυνάμεις. μάλλον είχε αλλά ήταν δεμένος, χτυπημένος και ήταν τρεις.
Ο ένας απαγωγέας τον πλησιάζει από πίσω ενώ είναι γονατιστός, του τραβά το κεφάλι πίσω και τον φιλάει στο στόμα
- Θα περάσουμε καλά, αν είσαι καλό παιδί, του είπε, εδώ στην επαρχία δεν έχουμε και πολλές ευκαρίες. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. Ένιωσε να λύνουν τα δεσμά του. Αναθάρρησε, λύθηκε και σηκώθηκε όρθιος.
- Εντάξει παιδιά διασκεδάσατε, είπε σίγουρος ότι αυτό ήταν. Ότι όλα αυτά ήταν ένα κακόγουστο αστείο της επαρχίας.
Εκείνοι ωστόσο δεν συμφώνησαν.
- Μη ρε παιδιά, είπε και σήκωσε τα χέρια του προς αυτούς. Δεν θα πω τίποτα, αφήστε να φύγω, τους παρακαλούσε. Μάταια όμως!
Οι δύο τον άρπαξαν από τα χέρια, ο άλλος ξέσκισε και το υπόλοιπο ρούχο που είχε μείνει στο κορμί του. Οι άλλοι τον κρατούσαν γερά όταν του έβγαζε το παντελόνι.
- Μη ρε μαλάκες τι θέλετε φώναζε αυτός απεγνωσμένα.
Μερικές γρήγορες στο στομάχι τον έκαναν να χαλαρώσει, να παραδοθεί. Το έδεσαν ξανά. Γυμνός με ένα άσπρο σλιπ και τις κάλτσες. Το παντελόνι είχε πέσει στους αστραγάλους. Εκλιπαρούσε να τον αφήσουν.
- Φίμωσε τον, είπε ο ένας, δεν μπορώ να τον ακούω.
Φιμωμένος και δεμένος προσπάθησε να πει κάτι αλλά μάταια. Το παντελόνι κρεμόταν στα πόδια του, ούτε να τρέξει μπορούσε! Ο ένας από τους τρεις παίρνει ένα ξύλο και το καταφέρνει μια στους κοιλιακούς. Πόνεσε αλλά στάθηκε όρθιος. Μέσα του έβραζε, ήθελε να έχει ένα όπλο να τους ακινητοποιήσει και να τους κάνει ότι του έκαναν και χειρότερα.
- Τελικά είσαι ωραίο παιδί, του είπε ο ένας που τον πλησίασε και άρχισε να παίζει με τις ρόγες του και να χαιδεύει το στήθος του ανήμπορου να αντιδράσει νεαρού.
Ο άλλος του έλυσε τα χέρια από την πλάτη. Ο νεαρός δεν αντιστάθηκε. Ένιωθε ότι πλέον ήταν μάταιο. Του είπαν να βγάλει το παντελόνι και του τράβηξαν βίαια το υπόλοιπο από το ξεσκισμένο μπλουζάκι που είχε μείνει πάνω στο κορμί του. Του τα έδεσαν μπροστά και τον έσυραν στον τοίχο και τα κρέμασαν από ένα σίδερο.
- Τώρα δεν μιλάς έτσι; Είπε ειρωνικά ο ξανθός.
Ήταν με το πρόσωπο στο τοίχο! Δεν τους έβλεπε. Ξαφνικά ένιωσε το ξύλο να χτυπά τη μέση του. Κόλλησε στον τοίχο από την ορμή. Ο πόνος ήταν μεγάλος, μετά ακολούθησε άλλη και άλλη και άλλη.
- Ρε τσόγλανε θα γίνεις σκλαβάκι θες δεν θες! Ακούστηκε άγρια η φωνή.
Εφιαλτικό επαγγελματικό ταξίδι
02 Στο εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο
Ο νεαρός ταξιδιώτης αιχμάλωτος πλέον οδηγείται στο κρησφύγετο των απαγωγέων! Το τζιπ σταματάει μέσα στο εγκαταλελειμένο εργοστάσιο. Οι απαγωγείς κατεβαίνουν και ανοίγουν τον χώρο αποσκευών όπου βρίσκεται δεμένος πισθάγκωνα ο άτυχος νεαρός. Τον αρπάζουν και τον βγάζουν έξω. Εκείνος, δεμένος και φιμωμένος όπως είναι και χωρίς να βλέπει, αφού του έχουν δέσει και τα μάτια, προσπαθεί να κρατήσει την ισορροπία του. Μάταια όμως, δέχεται χτυπήματα στο στομάχι, κουλουριάζεται γονατιστός στο βρώμικο πάτωμα. Εκείνοι τον χτυπούν αλύπητα.
Νιώθει ότι είναι μάταιο να αντισταθεί. Αφήνεται στο έλεος τους. Εκείνοι σταματούν, τον σηκώνουν όρθιο και του λύνουν τα χέρια.
- Μη κουνηθείς, του είπε ο ένας από αυτούς. Εκείνος υπάκουσε. Του έβγαλαν βίαια το δερμάτινο μπουφάν. Τον ψάχνουν και παίρνουν όλα τα πράγματα από τις τσέπες του και τον δένουν με τα χέρια στη πλάτη με σχοινί.
Ένας από αυτούς του έβγαλε το βρόμικο πανί που σκέπαζε τα μάτια του και εκείνο που του φίμωνε το στόμα.
- Τι θέλετε από μένα, πάρτε τα, αφήστε με.
Ο νεαρός απαγωγέας έφερε το πρόσωπο του κοντά στο δικό του. Με το δεξί του χέρι τον άρπαξε από το λαιμό. Η ανάσα του βρωμούσε μπύρα.
- Είσαι δικός μας, θα σε κάνουμε ότι θέλουμε, παιδί της πόλης.
Εκείνος έκανε να ξεφύγει, κατάλαβε ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα, αλλά μάταια. Αφού τον χτύπησαν πολλές φορές τον οδήγησαν σε έναν άλλο βρόμικο χώρο! Στο πρόσωπο του είναι σχηματισμένη η αγωνία για την τύχη του. Οι απαγωγείς τον υποχρεώνουν να σταθεί και περιεργάζονται το κορμί του! Τον χάιδευαν πάνω από το άσπρο εφαρμοστό μπλουζάκι που φορούσε, χάιδευαν τα αρχίδια του πάνω από το τζιν. Εκείνος αγανακτεί:
- Τι θέλετε από μένα, λέει με θυμό.
Εκείνοι δεν μιλάνε, απλά χασκογελάνε εκνευριστικά. Εκείνος μένει εκεί όρθιος, δεμένος, στο έλεος τους!
Έντρομος βλέπει τον έναν από αυτούς να βγάζει ένα στιλέτο. Νιώθει να τον περιλούζει κρύος ιδρώτας.
- Τι κάνετε ρε, φωνάζει
- Σκάσε, προστάζει ο ένας εκ των τριών
- Μείνε ακίνητος, του λέει εκείνος με το στιλέτο και πλησιάζει τη λάμα στο στήθος του.
Δευτερόλεπτα μετά νιώθει τη λάμα να σχίζει το εφαρμοστό μπλουζάκι πάνω από τη ρόγα του στήθους. Νιώθει το παγωμένο μέταλλο στο δέρμα του στήθους του κάτω από τη ρόγα! Η αγωνία του κορυφώνεται! Ο φόβος τον πλημμυρίζει! Προσπαθεί να μην κουνιέται αλλά μάταια.
Ο άντρας ανοίγει μικρές οπές στο μπλουζάκι ώστε να φανούν οι ήδη τσιτωμένες ρόγες του.
Σκύβει και τις γλύφει. Μετά σηκώνεται και πιάνει το μπλουζάκι από το κάτω μέρος και αρχίζει να το ξεσκίζει αργά.
- Σταμάτα λέει ο ένας εκ των τριών. Ο νεαρός τον βλέπει να κρατά δύο μανταλάκια. Τα βάζει στις ρόγες. Ο πόνος άρχισε! Ο νεαρός πλασιέ λιπαντικών έβγαλε ένα βρυχηθμό πόνου. Εκείνοι δεν δίνουν σημασία. Συνεχίζουν να ξεσκίζουν το άσπρο εφαρμοστό μπλουζάκι. Αργά και σταθερά. Νιώθει την κρύα λάμα να ανεβαίνει από τους κοιλιακούς του στο στήθος. Το μπλουζάκι τελικά γίνεται κουρέλια πάνω του. Το τέλειο κορμί αποκαλύπτεται.
- Ωραίος είναι, αναφωνεί ο ένας εκ των τριών.
Ο άλλος ατάραχος γεμίζει το κορμί του άτυχου νέου με μανταλάκια. Ο πόνος γίνεται ανυπόφορος. Δεν αντέχει γονατίζει!
Ο απαγωγέας του, τον αρπάζει και τον σηκώνει ξανά όρθιο.
Ο νεαρός πεισμώνει.
- Θα σας γαμήσω ρε, φωνάζει.
- Δεν σε ακούει κανείς, τον ενημερώνει ο ένας από αυτούς, μάλλον ο αρχηγός!
Οι αδίστακτοι παίζουν τα μανταλάκια. Ο πόνος ριγεί το κορμί του. Ουρλιάζει! Αρχίζουν να τα τραβάνε ένα ένα. Από το στήθος του πρώτα. Ο νεαρός σφαδάζει!
- Γιατί, λέει μέσα στα ουρλιαχτά του πόνου.
Και το τελευταίο μανταλάκι το τραβάνε από το κορμί του. Ένιωθε να ξεσκίζει τη ρόγα του στήθους του.
Οι απαγωγείς του σταματούν και τον κοιτούν. Εκείνος βαριανασαίνει από τον πόνο. Το κορμί του είναι κόκκινο από την πίεση που ασκούσαν τα μανταλάκια πάνω του.
Ο απαγωγέας σκύβει και του βγάζει τα παπούτσια αφήνοντας τον με τις άσπρες αθλητικές κάλτσες που φορούσε. Ο άλλος του σηκώνει το ξεσκισμένο μπλουζάκι. Το στερεώνει στους ώμους του ώστε να διακρίνεται καλύτερα το κορμί του.
- Κάναμε καλή επιλογή, λέει ο ένας από τους τρεις.
Τον υποχρεώνουν να γονατίζει. Στέκονται από πάνω του σα να θέλουν να αποφασίσουν τι θα τον κάνουν! Η αγωνία του κορυφώνεται.
Ο νεαρός ταξιδιώτης αιχμάλωτος πλέον οδηγείται στο κρησφύγετο των απαγωγέων! Το τζιπ σταματάει μέσα στο εγκαταλελειμένο εργοστάσιο. Οι απαγωγείς κατεβαίνουν και ανοίγουν τον χώρο αποσκευών όπου βρίσκεται δεμένος πισθάγκωνα ο άτυχος νεαρός. Τον αρπάζουν και τον βγάζουν έξω. Εκείνος, δεμένος και φιμωμένος όπως είναι και χωρίς να βλέπει, αφού του έχουν δέσει και τα μάτια, προσπαθεί να κρατήσει την ισορροπία του. Μάταια όμως, δέχεται χτυπήματα στο στομάχι, κουλουριάζεται γονατιστός στο βρώμικο πάτωμα. Εκείνοι τον χτυπούν αλύπητα.
Νιώθει ότι είναι μάταιο να αντισταθεί. Αφήνεται στο έλεος τους. Εκείνοι σταματούν, τον σηκώνουν όρθιο και του λύνουν τα χέρια.
- Μη κουνηθείς, του είπε ο ένας από αυτούς. Εκείνος υπάκουσε. Του έβγαλαν βίαια το δερμάτινο μπουφάν. Τον ψάχνουν και παίρνουν όλα τα πράγματα από τις τσέπες του και τον δένουν με τα χέρια στη πλάτη με σχοινί.
Ένας από αυτούς του έβγαλε το βρόμικο πανί που σκέπαζε τα μάτια του και εκείνο που του φίμωνε το στόμα.
- Τι θέλετε από μένα, πάρτε τα, αφήστε με.
Ο νεαρός απαγωγέας έφερε το πρόσωπο του κοντά στο δικό του. Με το δεξί του χέρι τον άρπαξε από το λαιμό. Η ανάσα του βρωμούσε μπύρα.
- Είσαι δικός μας, θα σε κάνουμε ότι θέλουμε, παιδί της πόλης.
Εκείνος έκανε να ξεφύγει, κατάλαβε ότι τα πράγματα ήταν δύσκολα, αλλά μάταια. Αφού τον χτύπησαν πολλές φορές τον οδήγησαν σε έναν άλλο βρόμικο χώρο! Στο πρόσωπο του είναι σχηματισμένη η αγωνία για την τύχη του. Οι απαγωγείς τον υποχρεώνουν να σταθεί και περιεργάζονται το κορμί του! Τον χάιδευαν πάνω από το άσπρο εφαρμοστό μπλουζάκι που φορούσε, χάιδευαν τα αρχίδια του πάνω από το τζιν. Εκείνος αγανακτεί:
- Τι θέλετε από μένα, λέει με θυμό.
Εκείνοι δεν μιλάνε, απλά χασκογελάνε εκνευριστικά. Εκείνος μένει εκεί όρθιος, δεμένος, στο έλεος τους!
Έντρομος βλέπει τον έναν από αυτούς να βγάζει ένα στιλέτο. Νιώθει να τον περιλούζει κρύος ιδρώτας.
- Τι κάνετε ρε, φωνάζει
- Σκάσε, προστάζει ο ένας εκ των τριών
- Μείνε ακίνητος, του λέει εκείνος με το στιλέτο και πλησιάζει τη λάμα στο στήθος του.
Δευτερόλεπτα μετά νιώθει τη λάμα να σχίζει το εφαρμοστό μπλουζάκι πάνω από τη ρόγα του στήθους. Νιώθει το παγωμένο μέταλλο στο δέρμα του στήθους του κάτω από τη ρόγα! Η αγωνία του κορυφώνεται! Ο φόβος τον πλημμυρίζει! Προσπαθεί να μην κουνιέται αλλά μάταια.
Ο άντρας ανοίγει μικρές οπές στο μπλουζάκι ώστε να φανούν οι ήδη τσιτωμένες ρόγες του.
Σκύβει και τις γλύφει. Μετά σηκώνεται και πιάνει το μπλουζάκι από το κάτω μέρος και αρχίζει να το ξεσκίζει αργά.
- Σταμάτα λέει ο ένας εκ των τριών. Ο νεαρός τον βλέπει να κρατά δύο μανταλάκια. Τα βάζει στις ρόγες. Ο πόνος άρχισε! Ο νεαρός πλασιέ λιπαντικών έβγαλε ένα βρυχηθμό πόνου. Εκείνοι δεν δίνουν σημασία. Συνεχίζουν να ξεσκίζουν το άσπρο εφαρμοστό μπλουζάκι. Αργά και σταθερά. Νιώθει την κρύα λάμα να ανεβαίνει από τους κοιλιακούς του στο στήθος. Το μπλουζάκι τελικά γίνεται κουρέλια πάνω του. Το τέλειο κορμί αποκαλύπτεται.
- Ωραίος είναι, αναφωνεί ο ένας εκ των τριών.
Ο άλλος ατάραχος γεμίζει το κορμί του άτυχου νέου με μανταλάκια. Ο πόνος γίνεται ανυπόφορος. Δεν αντέχει γονατίζει!
Ο απαγωγέας του, τον αρπάζει και τον σηκώνει ξανά όρθιο.
Ο νεαρός πεισμώνει.
- Θα σας γαμήσω ρε, φωνάζει.
- Δεν σε ακούει κανείς, τον ενημερώνει ο ένας από αυτούς, μάλλον ο αρχηγός!
Οι αδίστακτοι παίζουν τα μανταλάκια. Ο πόνος ριγεί το κορμί του. Ουρλιάζει! Αρχίζουν να τα τραβάνε ένα ένα. Από το στήθος του πρώτα. Ο νεαρός σφαδάζει!
- Γιατί, λέει μέσα στα ουρλιαχτά του πόνου.
Και το τελευταίο μανταλάκι το τραβάνε από το κορμί του. Ένιωθε να ξεσκίζει τη ρόγα του στήθους του.
Οι απαγωγείς του σταματούν και τον κοιτούν. Εκείνος βαριανασαίνει από τον πόνο. Το κορμί του είναι κόκκινο από την πίεση που ασκούσαν τα μανταλάκια πάνω του.
Ο απαγωγέας σκύβει και του βγάζει τα παπούτσια αφήνοντας τον με τις άσπρες αθλητικές κάλτσες που φορούσε. Ο άλλος του σηκώνει το ξεσκισμένο μπλουζάκι. Το στερεώνει στους ώμους του ώστε να διακρίνεται καλύτερα το κορμί του.
- Κάναμε καλή επιλογή, λέει ο ένας από τους τρεις.
Τον υποχρεώνουν να γονατίζει. Στέκονται από πάνω του σα να θέλουν να αποφασίσουν τι θα τον κάνουν! Η αγωνία του κορυφώνεται.
Εφιαλτικό επαγγελματικό ταξίδι
01 Η βλάβη
Ο Νίκος οδηγάει σε μια ερημική περιοχή στη βόρεια Ελλάδα. Ο χωματόδρομος είναι βατός! Βατός για το τζιπ του. Βρίζει την ώρα και τη στιγμή που διάλεξε αυτή τη δουλειά. Αντιπρόσωπος λαδιών για μοτοσικλέτες.
Είναι ένα ψηλό όμορφο αγόρι που δεν έχει πατήσει ούτε τα 30 ακόμα. Γυμνασμένος με ένα κορμί γεμάτο μυς που διαγράφεται κάτω από το άσπρο κοντομάνικο μπλουζάκι που φοράει. Τα γαλανά μάτια του ελέγχουν τον δρόμο. Πότε θα φτάσει, αναρωτιέται.
Ανοίγει λίγο το παράθυρο, για να πάρει φρέσκο αέρα. Το κρύο έξω είναι τσουχτερό! Νιώθει το δέρμα του να μπιμπικιάζει. Κλείνει ξανά το παράθυρο. Με το δεξί του χέρι τρίβει το αριστερό που κρατάει το τιμόνι, αλλά και που πάγωσε από το ανοιχτό παράθυρο. Το άσπρο εφαρμοστό κοντομάνικο μπλουζάκι που φοράει φαίνεται λίγο για το κρύο που έχει έξω.
Συνεχίζει να βρίζει για το χωματόδρομο. Γαμώ το κωλοχώρι, μονολογεί. Ξαφνικά παγώνει. Νιώθει το γκάζι να μην τον υπακούει. Το αυτοκίνητο χάνει ταχύτητα. Εκείνος ταράζεται. Με γρήγορες κινήσεις αλλάζει ταχύτητες, κοιτάει το ταμπλό, πατάει όσα κουμπιά μπορεί, αλλά μάταια. Το τζιπ χάνει ταχύτητα και τελικά σταματάει.
Το αυτοκίνητο χαλάει στην ερημική περιοχή. Ο Νίκος βγαίνει από το αυτοκίνητο και φοράει το μαύρο δερμάτινο μπουφάν του, το κρύο είναι τσουχτερό. Ανοίγει το καπό να δει τι γίνεται στον κινητήρα, αλλά είναι σαν μαθηματικά γι΄ αυτόν δεν καταλαβαίνει τίποτα. Κλείνει ξανά το καπό και κοιτάει τον δρόμο. Ερημιά. Η απογοήτευση αρχίζει να τον κυριεύει.
Οι ώρα περνά. Και κανείς δεν περνά από τον ερημικό χωματόδρομο. Βρίζει την ώρα και τη στιγμή που πέρασε από εκεί για να κόψει δρόμο. Τι ήθελε και άκουσε εκείνον τον χωριάτη, για να εξοικονομήσει δύο ευρώ βενζίνη. Ο μαλάκας!
Ξαφνικά βλέπει ένα αυτοκίνητο. Χαρούμενος σηκώνει τα δύο του χέρια και κάνει νόημα στο αυτοκίνητο που έρχεται. Με χαρά βλέπει το τζιπ να σταματάει. Οι πόρτες ανοίγουν και κατεβαίνουν τρεις άντρες. Ο Νίκος τους κοιτάει καλά. Ντυμένοι με δερμάτινα μπουφάν, τζιν και μπότες. Από τη κορμοστασιά τους διακρίνει ότι είναι γυμνασμένοι με άγρια αλλά και όμορφα πρόσωπα. Σκληρά πρόσωπα της επαρχίας.
- Τι έπαθες; Ρωτάει ο ένας, ο αξύριστος! Ήταν αυτός που είχε το πιο σκληρό πρόσωπο και βλέμμα.
- Ξαφνικά σταμάτησε, απαντά ο νεαρός. Βλέπει τον ένα από τους τρεις τον πιο όμορφο ίσως να ελέγχει το αυτοκίνητο, να διαπιστώσει αν υπάρχει συνεπιβάτης. Αφού διαπίστωσε ότι ο Νίκος ήταν μόνος του κοίταξε τους άλλους με νόημα. Εκείνοι χωρίς να χάσουν στιγμή άρχισαν να τον περιτριγυρίζουν περίεργα.
Ο κλοιός γύρω του όλο και στένευε. Ένιωθε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.
- Μήπως μπορείτε να με πετάξετε μέχρι το επόμενο χωριό για να βρω βοήθεια. Τους ρώτησε, χαμογελώντας παράλληλα.
Εκείνοι λες και έκαναν ότι δεν άκουσαν. Μόνο ο αξύριστος μίλησε:
- Να σε πετάξουμε και βέβαια… απάντησε! Οι άλλοι δύο χαμογέλασαν πονηρά.
- Αν δεν σας κάνει κόπο, ψέλλισε αμήχανα ο Νίκος.
- Κόπο τι κόπο; Χαρά μας να αποκτήσουμε έναν σκλάβο! Είπε κυνικά ο αξύριστος.
- Τι είπατε; Ρώτησε ο Νίκος και το χαμόγελο έφυγε από τα χείλη του. Τώρα κατάλαβε ότι είχε μπλέξει. Θα έπρεπε να αμυνθεί! Και οι τρεις τον κύκλωσαν σε απόσταση αναπνοής. Εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω προς το αυτοκίνητο. Ο ξανθός του έδωσε μια δυνατή σπρωξιά με τα δύο του χέρια στο στήθος. Τόσο δυνατή που τον πέταξε με την πλάτη στο αυτοκίνητο του. Δεν πρόλαβε ούτε καν να σηκώσει τα χέρια του για να αμυνθεί και δέχθηκε τις πρώτες γροθιές στο στομάχι.
Οι γροθιές έπεφταν σαν βροχή στους κοιλιακούς του. Δεν μπορούσε να αντισταθεί. Προσπάθησε μα μάταια. Τον χτυπούσαν παντού. Οι δύο τον άρπαξαν από τα χέρια. Και πάλι ξύλο, μέχρι που γονάτισε, σχεδόν λιπόθυμος. Ένιωσε να του βάζουν τα χέρια στη πλάτη. Προσπάθησε να αντισταθεί μα δεν είχε άλλες δυνάμεις. Ένιωσε τις χειροπέδες να δένουν τους καρπούς του. Και μετά μια γονατιά στο πρόσωπο, τον έκανε να χάσει το φως από τα μάτια του.
Ο Νίκος οδηγάει σε μια ερημική περιοχή στη βόρεια Ελλάδα. Ο χωματόδρομος είναι βατός! Βατός για το τζιπ του. Βρίζει την ώρα και τη στιγμή που διάλεξε αυτή τη δουλειά. Αντιπρόσωπος λαδιών για μοτοσικλέτες.
Είναι ένα ψηλό όμορφο αγόρι που δεν έχει πατήσει ούτε τα 30 ακόμα. Γυμνασμένος με ένα κορμί γεμάτο μυς που διαγράφεται κάτω από το άσπρο κοντομάνικο μπλουζάκι που φοράει. Τα γαλανά μάτια του ελέγχουν τον δρόμο. Πότε θα φτάσει, αναρωτιέται.
Ανοίγει λίγο το παράθυρο, για να πάρει φρέσκο αέρα. Το κρύο έξω είναι τσουχτερό! Νιώθει το δέρμα του να μπιμπικιάζει. Κλείνει ξανά το παράθυρο. Με το δεξί του χέρι τρίβει το αριστερό που κρατάει το τιμόνι, αλλά και που πάγωσε από το ανοιχτό παράθυρο. Το άσπρο εφαρμοστό κοντομάνικο μπλουζάκι που φοράει φαίνεται λίγο για το κρύο που έχει έξω.
Συνεχίζει να βρίζει για το χωματόδρομο. Γαμώ το κωλοχώρι, μονολογεί. Ξαφνικά παγώνει. Νιώθει το γκάζι να μην τον υπακούει. Το αυτοκίνητο χάνει ταχύτητα. Εκείνος ταράζεται. Με γρήγορες κινήσεις αλλάζει ταχύτητες, κοιτάει το ταμπλό, πατάει όσα κουμπιά μπορεί, αλλά μάταια. Το τζιπ χάνει ταχύτητα και τελικά σταματάει.
Το αυτοκίνητο χαλάει στην ερημική περιοχή. Ο Νίκος βγαίνει από το αυτοκίνητο και φοράει το μαύρο δερμάτινο μπουφάν του, το κρύο είναι τσουχτερό. Ανοίγει το καπό να δει τι γίνεται στον κινητήρα, αλλά είναι σαν μαθηματικά γι΄ αυτόν δεν καταλαβαίνει τίποτα. Κλείνει ξανά το καπό και κοιτάει τον δρόμο. Ερημιά. Η απογοήτευση αρχίζει να τον κυριεύει.
Οι ώρα περνά. Και κανείς δεν περνά από τον ερημικό χωματόδρομο. Βρίζει την ώρα και τη στιγμή που πέρασε από εκεί για να κόψει δρόμο. Τι ήθελε και άκουσε εκείνον τον χωριάτη, για να εξοικονομήσει δύο ευρώ βενζίνη. Ο μαλάκας!
Ξαφνικά βλέπει ένα αυτοκίνητο. Χαρούμενος σηκώνει τα δύο του χέρια και κάνει νόημα στο αυτοκίνητο που έρχεται. Με χαρά βλέπει το τζιπ να σταματάει. Οι πόρτες ανοίγουν και κατεβαίνουν τρεις άντρες. Ο Νίκος τους κοιτάει καλά. Ντυμένοι με δερμάτινα μπουφάν, τζιν και μπότες. Από τη κορμοστασιά τους διακρίνει ότι είναι γυμνασμένοι με άγρια αλλά και όμορφα πρόσωπα. Σκληρά πρόσωπα της επαρχίας.
- Τι έπαθες; Ρωτάει ο ένας, ο αξύριστος! Ήταν αυτός που είχε το πιο σκληρό πρόσωπο και βλέμμα.
- Ξαφνικά σταμάτησε, απαντά ο νεαρός. Βλέπει τον ένα από τους τρεις τον πιο όμορφο ίσως να ελέγχει το αυτοκίνητο, να διαπιστώσει αν υπάρχει συνεπιβάτης. Αφού διαπίστωσε ότι ο Νίκος ήταν μόνος του κοίταξε τους άλλους με νόημα. Εκείνοι χωρίς να χάσουν στιγμή άρχισαν να τον περιτριγυρίζουν περίεργα.
Ο κλοιός γύρω του όλο και στένευε. Ένιωθε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.
- Μήπως μπορείτε να με πετάξετε μέχρι το επόμενο χωριό για να βρω βοήθεια. Τους ρώτησε, χαμογελώντας παράλληλα.
Εκείνοι λες και έκαναν ότι δεν άκουσαν. Μόνο ο αξύριστος μίλησε:
- Να σε πετάξουμε και βέβαια… απάντησε! Οι άλλοι δύο χαμογέλασαν πονηρά.
- Αν δεν σας κάνει κόπο, ψέλλισε αμήχανα ο Νίκος.
- Κόπο τι κόπο; Χαρά μας να αποκτήσουμε έναν σκλάβο! Είπε κυνικά ο αξύριστος.
- Τι είπατε; Ρώτησε ο Νίκος και το χαμόγελο έφυγε από τα χείλη του. Τώρα κατάλαβε ότι είχε μπλέξει. Θα έπρεπε να αμυνθεί! Και οι τρεις τον κύκλωσαν σε απόσταση αναπνοής. Εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω προς το αυτοκίνητο. Ο ξανθός του έδωσε μια δυνατή σπρωξιά με τα δύο του χέρια στο στήθος. Τόσο δυνατή που τον πέταξε με την πλάτη στο αυτοκίνητο του. Δεν πρόλαβε ούτε καν να σηκώσει τα χέρια του για να αμυνθεί και δέχθηκε τις πρώτες γροθιές στο στομάχι.
Οι γροθιές έπεφταν σαν βροχή στους κοιλιακούς του. Δεν μπορούσε να αντισταθεί. Προσπάθησε μα μάταια. Τον χτυπούσαν παντού. Οι δύο τον άρπαξαν από τα χέρια. Και πάλι ξύλο, μέχρι που γονάτισε, σχεδόν λιπόθυμος. Ένιωσε να του βάζουν τα χέρια στη πλάτη. Προσπάθησε να αντισταθεί μα δεν είχε άλλες δυνάμεις. Ένιωσε τις χειροπέδες να δένουν τους καρπούς του. Και μετά μια γονατιά στο πρόσωπο, τον έκανε να χάσει το φως από τα μάτια του.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)